Ένας φτερωτός θεός, μια απλή χημική αντίδραση του εγκεφάλου μας, ή ένα πολυσυζητημένο και ρομαντικοποιημένο ζήτημα, ο έρωτας σε όλες τις μορφές του, συνεχίζει να αποτελεί μια θολή έννοια, δίχως ακριβή ορισμό.
Το μόνο σίγουρο είναι, ότι ο έρωτας πλεόν σχεδόν αργοπεθαίνει, ίσως γιατί δεν αποτελεί πλέον ανάγκη ή απλώς επειδή οι άνθρωποι είμαστε σε μια ατέλειωτη προσπάθεια να τον ορίσουμε και οχι να τον ζήσουμε. Προτιμάμε να βρισκόμαστε μέσα σε μια φυλακή, προστατευμένοι ,από οτιδήποτε είναι σε θέση να μας προκαλέσει κάτι, να μας πονέσει και ενίοτε να μας αλλάξει. Έχουν κολλήσει όμορφα πάνω μας ανασφάλειες, άμυνες και φοβίες, τις οποίες αρνούμαστε να αποχωριστούμε,όπως ένας σκύλος τα τσιμπούρια του. Χυδαιοποιούμε ή γελοιοποιούμε τον έρωτα. Τρομάζουμε στην σκέψη, ότι ο εαυτός μας δεν θα είναι πλεόν ή μοναδική μας έννοια. Το κέντρο μας χάνεται και μαζί του και εμείς. Θα έλεγε κανείς, ότι περισσότερο ζούμε το τέλος του παρά την αρχή , βιώνουμε ένα μόνιμο άγχος ,ότι πρόκειται για σχέση με ημερομηνία λήξης, συνεπώς γιατί να το ρισκάρουμε;
Βέβαια υπάρχουν και οι “τολμηροί”, που βουτάνε στην θάλασσα τελικά, όπως θα έλεγε και ο Χριστιανόπουλος. Ωστόσο απογοητεύονται αμέσως, από αυτό το τέλος, που τους θυμίζει ότι η ζωή δεν υπήρξε ποτέ στάσιμη. Η απογοήτευση τους, λοιπόν δημιουργεί ένα νέο ανοσοποιητικό σύστημα, το οποίο τους προστατεύει ,από το να ξαναζήσουν τον ίδιο πόνο, καθώς έχει σημασία; Έτσι απλώς υπάρχουν μοναχικοί άνθρωποι ,που δεν θέλουν να μπούν στον ίδιο κύκλο. Μα δεν θα είναι ο ίδιος. Αφού κανείς μας δεν ταυτίζεται απόλυτα με κάποιον. Οι σχέσεις είναι επιδερμικές και γρήγορες. Ο χρόνος μας δένει και δεν το θέλουμε. Γιατί να συνυπάρξουμε με έναν μόνο άνθρωπο, πώς θα μάθουμε έτσι την ζωή;
Κάπως έτσι βουλιάζουμε σε μια σειρά ερωτημάτων και απαιτούμε άμεσα απαντήσεις, που μπορεί να μην τις αποκτήσουμε και ποτέ. Και τελικά αν ζήσουμε τον έρωτα, επείτα τον αποζητούμε συνεχώς, γιατί οτιδήποτε λιγότερο μοιάζει απλά μίζερο, και αν δεν τον βρούμε, τον φοβόμαστε, όπως ένα παιδί το σκοτάδι.