της Γεωργίας Θεοδωροπούλου
Την Άνοιξη του 1956 ο διάσημος τρομπετίστας Dizzy Gillespie και η ορχήστρα του ταξιδεύουν για την πρώτη οργανωμένη από το Υπουργείο Εξωτερικών των Η.Π.Α. jazz περιοδεία. Στόχος ήταν η διάδοση της αμερικανικής κουλτούρας και κατ’ επέκταση η ενίσχυση της εικόνας της Αμερικής στη Μεσόγειο. Έτσι η 20μελής μικτή ορχήστρα (big band) από αφροαμερικανούς και λευκούς μουσικούς του Gillespie, επισκέπτεται την Τουρκία, το Πακιστάν, τον Λίβανο και την Ελλάδα.
Ο Dizzy και η παρέα του είχαν προγραμματίσει να μείνουν στην Αθήνα τουλάχιστον όλο το δεύτερο δεκαήμερο του Μάη για 14 συνολικά εμφανίσεις (9 βραδυνές, 4 απογευματινές και μία για σπουδαστές με ελεύθερη είσοδο) στο Ρεξ. Όμως, επειδή στην Ελλάδα της εποχής το κλίμα ήταν ιδιαίτερα φορτισμένο και οι Αμερικανοί ανεπιθύμητοι λόγω της στάσης τους στο Κυπριακό, ο κύκλος των συναυλιών δεν ολοκληρώθηκε.
Οι συναυλίες δεν πρέπει να ήταν περισσότερες από τέσσερις, ενώ και οι μέρες που έμειναν οι μουσικοί στην Αθήνα ίσως και λιγότερες από μία εβδομάδα. Ο ιστότοπος jazzdisco, ένας αρκετά πλήρης jazz οδηγός, τοποθετεί το συγκρότημα ήδη από τις 18 του μήνα πίσω στη Νέα Υόρκη, για ηχογραφήσεις δύο μεγάλων δίσκων με τίτλους προφανώς σχετικούς του όλου εγχειρήματος, “World Statesman” και “Dizzy In Greece”, οι οποίοι κυκλοφόρησαν λίγους μήνες αργότερα
Στην εναρκτήρια συναυλία η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Το κοινό αποτελούνταν από σπουδαστές οι οποίοι πριν είχαν πετάξει πέτρες στα παράθυρα της Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ, διαμαρτυρόμενοι για την αποφασιστικότητα της Αμερικής να υποστηρίξει τους Βρετανούς στον αγώνα για την Κύπρο. Σιωπή έπεσε όταν το συγκρότημα άρχισε να παίζει. Και όλη η αρνητική φόρτιση που επικρατούσε μέχρι τότε, μετατράπηκε σε πανηγυρισμούς και ζητωκραυγές. Ο Dizzy με την δεξιοτεχνία, την ευαισθησία και το παιχνιδιάρικο χιούμορ του, είχε κερδίσει το κοινό του! Το πλήθος ήταν τέτοιο έξω από το «Ρεξ» και τόσο ενθουσιασμένο που με το τέλος της συναυλίας σταμάτησε η κυκλοφορία στο κέντρο της Αθήνας και η μπάντα αποθεώθηκε.
Ο δίσκος κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Dizzy in Greece» το 1957 από τη Verve. Με τον Dizzy να ποζάρει για τις ανάγκες του εξωφύλλου ντυμένος τσολιάς στις κολώνες της Ακρόπολης (και το όνομα του γραμμένο στα ελληνικά στο οπισθόφυλλο), παραμένει ένα από τα σημαντικά δισκογραφήματα του Gillespie συνάμα φρέσκο όσο και αστραφτερά παλιό με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους Έλληνες.
Ο Gillespi με τον Quincy Jones όμως, έπαιξαν και με μπουζούκια αλλά τι μπουζούκια! Όχι, βέβαια, για κάποια ηχογράφηση, αλλά στις Τζιτζιφιές όπου βρέθηκαν για να ακούσουν τον Τσιτσάνη και τον Παπαϊωάννου.
Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση της Καίτης Κασιμάτη-Μυριβήλη από συνέντευξη στον Θάνο Φωσκαρίνη, που δημοσιεύτηκε στο ένθετο «Βιβλιοθήκη» της «Ελευθεροτυπίας» στις 23 Οκτωβρίου του 2010.
“…Υπάρχει μια ξεχωριστή βραδιά που τη ζήσαμε μαζί (με τον Μάνο Χατζιδάκι) πριν από πολλά χρόνια. Ένα από τα συγκροτήματα που ήρθαν στην Αθήνα από τη Νέα Υόρκη ήταν μια ορχήστρα τζαζ, η οποία αποτελούνταν από μαύρους μουσικούς, υπό τη διεύθυνση του τρομπετίστα και μαέστρου της ορχήστρας Ντίζι Γκιλέσπι, ένα από τα ιερά τέρατα της τζαζ. Ενορχηστρωτής της ορχήστρας και πιανίστας ήταν ο, νέος τότε και αργότερα διάσημος συνθέτης της τζαζ, Κουίνσι Τζόουνς. Δόθηκαν 3 συναυλίες στο Θέατρο «Ρεξ», τις οποίες φυσικά παρακολούθησε ο Μάνος και γνωρίστηκε με τους μουσικούς. Επειδή οι προσκλήσεις γι’ αυτές τις συναυλίες βασίζονταν σε πρωτόκολλο, ο Γκιλέσπι δεν ήταν και πολύ ικανοποιημένος με το κοινό των συναυλιών και ζήτησε να προσφέρει μια συναυλία αποκλειστικά για φοιτητές με ελεύθερη είσοδο. Εκείνο το βράδυ έγινε πανζουρλισμός. Ο φοιτητόκοσμος κατέκλεισε το θέατρο, οι νέοι κρέμονταν σαν τσαμπιά σταφύλια από τα θεωρεία, χειροκροτούσαν και φώναζαν το όνομα του Γκιλέσπι. Όταν τελείωσε η συναυλία, όρμησαν στη σκηνή, σήκωσαν τον Γκιλέσπι στα χέρια και τον κατέβασαν μέχρι την Ομόνοια.
Την άλλη μέρα το απόγευμα είχαμε συνάντηση με τον Αχιλλέα Μαμάκη στους ραδιοθαλάμους του Ζαππείου, για συνεντεύξεις με τους Γκιλέσπι και Κ. Τζόουνς για την εκπομπή του «Το θέατρο στο μικρόφωνο». Μαζί είχε έρθει και ο Μάνος και όταν τελείωσαν οι συνεντεύξεις, ήταν πια αργά το βράδυ, ο Μάνος πρότεινε να τους πάμε κάπου να φάμε, και αποφάσισε να πάμε στου Τσιτσάνη, κάτω στις Τζιτζιφιές. Εξηγήσαμε στους φίλους ποιος ήταν ο Τσιτσάνης και ξεκινήσαμε. Ο Τσιτσάνης μας δέχτηκε με χαρά και αρχοντιά, εφόσον ο Μάνος του σύστησε τους αμερικανούς μουσικούς και αναφέρθηκε στη μουσική τους. Οι ξένοι τόσο πολύ ενθουσιάστηκαν με τη μουσική και τα τραγούδια που άκουγαν απ’ τον Τσιτσάνη και τον Παπαϊωάννου, ώστε κάποια στιγμή ο Τσιτσάνης ζήτησε από τον Γκιλέσπι και τον Τζόουνς να παίξουν κάτι όλοι μαζί. Ανέβηκαν στο πάλκο και οι δύο. Ο μεν Κουίνσι Τζόουνς κάθισε στο πιάνο, ο Γκιλέσπι έπαιζε την τρομπέτα του και ο Τσιτσάνης μπουζούκι, δημιουργώντας ένα απίστευτο jam session (αυτοσχεδιασμοί) ανεπανάληπτο. Ακόμα λυπάμαι που δεν είχαμε μαζί μας ένα φορητό μαγνητόφωνο να ηχογραφήσουμε αυτή την τόσο ασυνήθιστη μουσική που έβγαινε από τους αυτοσχεδιασμούς.
Καθίσαμε ως τα ξημερώματα”.
https://youtu.be/-A0S7FnuVtg: O Dizzy Gillespie τσολιάς κάτω από την Ακρόπολη και το τζαμάρισμα με τον Βασίλη Τσιτσάνη